Εμπούσιον της Olga Tokarzcuk

Η Πολωνή συγγραφέας και νομπελίστρια (βραβεύτηκε με το νόμπελ λογοτεχνίας αναδρομικά για το 2018) Olga Tokarczuk είναι μία ιδιαίτερη δημιουργός, η φήμη της οποίας εκτοξεύθηκε σε διεθνές επίπεδο από τη χρονιά που κατέκτησε το διεθνές βραβείο Μπούκερ, το 2018. Στα ελληνικά εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 2017 από τις εκδόσεις Καστανιώτη, με τη μετάφραση του μυθιστορήματός της «Το αρχέγονο και άλλοι καιροί». Μέχρι και σήμερα η Olga Tokarczuk ανήκει στη συγγραφική οικογένεια των εκδόσεων Καστανιώτη, οι οποίες ανέλαβαν και τη μετάφραση των υπόλοιπων λογοτεχνικών της κειμένων στη γλώσσα μας.

Το πρώτο μυθιστορηματικό της κείμενο μετά τη βράβευση της με το Νόμπελ Λογοτεχνίας δημοσιεύτηκε στα πολωνικά το 2022 και δύο ολόκληρα χρόνια μετά έρχεται και στα ελληνικά, μέσα από την εξαιρετική μετάφραση της κυρίας Αναστασίας Χατζηγιαννίδη. Ο τίτλος του είναι «Εμπούσιον», που αποτελεί μία νέα λέξη, επινοημένη από την ίδια τη συγγραφέα, η οποία πάντρεψε τη λέξη «Συμπόσιον»  που είναι άρρηκτα συνυφασμένη με το ομώνυμο πλατωνικό έργο, αλλά και με τη γενικότερη σημασία της λέξης, που περιγράφει μία συνήθεια των αρχαίων Ελλήνων, οι οποίοι συναθροίζονταν για να ψυχαγωγηθούν, αναπτύσσοντας φιλοσοφικές και υπαρξιακές συζητήσεις, με τη συνοδεία φαγητού, ποτού και μουσικής, με τη λέξη «Εμπούσα», η οποία ήταν δαίμονας θηλυκού γένους, που άνηκε στη λατρευτική συνοδεία της θεάς Εκάτης.

Το «Εμπούσιον« λοιπόν όπως δηλώνει και ο τίτλος του είναι ένα αμιγώς υπαρξιακό μυθιστόρημα, όπου μέσα στις μόλις 352 σελίδες του προσπαθεί να συμπυκνώσει πλήθος φιλοσοφικών ζητημάτων, τα οποία απασχολούν τους πρωταγωνιστές του έργου και αποτελούν το επίκεντρο των συζητήσεων τους κατά τη διάρκεια του φαγητού ή της ξεκούρασης τους. Το βιβλίο της Olga Tokarczuk διαδραματίζεται στην Πολωνία στις αρχές του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα το 1913 στην Κάτω Σιλεσία, όπου σήμερα βρίσκεται το Σοκολόφσκο. Εκεί, στους πρόποδες του βουνού και στις παρυφές του δάσους, δραστηριοποιείται ένα δημοφιλές για τις θεραπευτικές του μεθόδους και τις αποτελεσματικές του θεραπευτικές τεχνικές σε ασθένειες «θώρακος και τραχήλου»  σανατόριο το «Γκέρμπερσντορφ».         

Στο σανατόριο αυτό θα βρεθεί ο κεντρικός πρωταγωνιστής του βιβλίου, ένας νεαρός φοιτητής τεχνικών επιστημών, ο Μίετσλαβ Βόινιτς, με την ελπίδα να καταφέρουν οι καινοτόμες μέθοδοι και ο καθαρός αέρας του βουνού, να γιατρέψουν τη φυματίωση του. Το «Γκέρμπερσντορφ» είναι ένα σύμπλεγμα οικημάτων και ιατρικών εγκαταστάσεων, που προσφέρει τις ιατρικές του υπηρεσίες σε ασθενείς ποικίλων οικονομικών στρωμάτων και είναι διαρθρωμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να συμβαδίζει με την οικονομική επιφάνεια του εκάστοτε ασθενή.         

Έτσι, ο νεαρός Βόινιτς δεν κατοικεί στο βασικό κτίριο του σανατορίου, αλλά στην «Πανσιόν για κυρίους», που αποτελεί μία πιο οικονομική επιλογή. Εκεί, θα συναναστραφεί ένα πλήθος ετερόκλητων ασθενών, από διάφορα μέρη της Ευρώπης, καθώς και μέλη της τοπικής κοινότητας. Ο Βόινιτς καλείται να συνυπάρξει μαζί τους αρμονικά, να τους συγχρωτιστεί σε καθημερινή βάση ακολουθώντας το θεραπευτικό πρωτόκολλο του σανατορίου, περνώντας αρκετές ώρες μαζί τους γύρω από ένα τραπέζι καταναλώνοντας ένα τοπικό, χειροποίητο λικέρ και συζητώντας με τη συντροφιά των υπόλοιπων φυματικών ανδρών μία πληθώρα κοινωνικών, πολιτικών, αλλά και υπαρξιακών ζητημάτων, που απασχολούσαν τους ανθρώπους στις απαρχές του 20ου αιώνα.

Οι συζητήσεις που αναπτύσσουν οι φυματικοί ομοτράπεζοι περιστρέφονται αρκετά γύρω από βαθιά υπαρξιακά ζητήματα, όπως είναι η αντίληψη της πραγματικότητας και η ερμηνεία του κόσμου που μας περιβάλλει μέσα από την υποκειμενικότητα της βιωμένης εμπειρίας και κατά πόσο είναι εφικτό να υπάρξει μία  πιο αντικειμενική προσέγγιση στην ερμηνεία του κόσμου, καθώς και στην ερμηνεία των ερεθισμάτων που λαμβάνουμε, ένα απλό παράδειγμα που αναφέρεται στις πρώτες συζητήσεις των φυματικών ανδρών είναι ο υποκειμενικός τρόπος θέασης-αντίληψης του πράσινου χρώματος, ενώ στη συνέχεια των συζητήσεων το δίπολο αντικειμενική-υποκειμενική θέαση συνδέεται άρρηκτα και με την έννοια της αλήθειας, τις διαστάσεις της οποίας επιχειρούν να προσεγγίσουν.

Σε αυτή την κατηγορία των συζητήσεων, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ανάπτυξη του ζητήματος που αφορά τον πολυπαραγοντικό τρόπο με τον οποίο γεννιούνται οι ανθρώπινες σκέψεις, οι οποίες αποτελούν τη «συνισταμένη δύναμη» πολλών επιμέρους δυνάμεων, όπως είναι οι βιωμένες εμπειρίες, ο χρόνος, η τύχη, καθώς και οι συζητήσεις θεολογικού περιεχομένου που αφορούν την ύπαρξη και την πίστη στο Θεό, την ύπαρξη των δαιμόνων, την αμφισβήτηση όλων αυτών, αλλά και την καθοριστική επίδραση τους στη διαμόρφωση της σκέψης, του πολιτισμού, της κοινωνίας, της ανθρώπινης ύπαρξης σε ένα γενικότερο πλαίσιο.

Πέρα από τα φιλοσοφικά αυτά ζητήματα που θίγει η Πολωνή συγγραφέας μέσα από τους ήρωες της, ασχολείται και με αμιγώς κοινωνικά και πολιτικά θέματα τα οποία ενδεχομένως απασχολούσαν την εποχή εκείνη μία συντροφιά σκεπτόμενων ανδρών, όπως είναι η τεχνολογική πρόοδος και οι επιδράσεις αυτής, διαβρωτικές ή μη, τόσο στην καθημερινότητα των ανθρώπων, όσο και σε ένα κοινωνικό και πολιτισμικό γενικότερα επίπεδο, με τους προβληματισμούς των ηρώων να επικεντρώνονται στο αν τελικά όλη αυτή η τεχνολογική εξέλιξη, που προμηνύει ριζικές αλλαγές, πλήττει ή ευεργετεί την ανθρωπότητα,  καθώς και συζητήσεις που αφορούν τα έθνη, τα κράτη, την ειρήνη και τον πόλεμο και τη δημοκρατία, ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως το βιβλίο διαδραματίζεται στην Ευρώπη του 1913, με ότι αυτό συνεπάγεται.

Μεγάλο μέρος από τις συζητήσεις των ανδρών είναι αφιερωμένο και στις γυναίκες. Συζητήσεις για τους κοινωνικούς τους ρόλους, για τα δικαιώματά τους, για τον τρόπο που παρατηρούν και αντιλαμβάνονται τον κόσμο, την κοινωνία, τη δημοκρατία, τον πολιτισμό. Θα λέγαμε πως οι φυματικοί άνδρες προσπαθούν να ερμηνεύσουν και να κατανοήσουν τις γυναίκες και τη ψυχοσύνθεση τους. Σε αυτά τα σημεία του βιβλίου, ο αναγνώστης θα έρθει αντιμέτωπος με πλήθος σεξιστικών απόψεων, οι οποίες ίσως τον ενοχλήσουν, βέβαια είναι απόλυτα λογικό να υπάρχουν μιας και το βιβλίο διαδραματίζεται στις αρχές του 20ου αιώνα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει στο τέλος του βιβλίου το σημείωμα της συγγραφέα, η οποία αναφέρει τις πηγές που άντλησε αυτές τις αμιγώς σεξιστικές και αρκετά μισογύνικες σε σημεία απόψεις, οι οποίες ανήκουν σε κλασικούς και διαχρονικούς λογοτέχνες και φιλόσοφους.

Διαβάζοντας κανείς το ΕΜΠΟΥΣΙΟΝ της Πολωνής νομπελίστριας, αντιλαμβάνεται πως σημείο αναφοράς για το νέο μυθιστορηματικό της έργο υπήρξε το εμβληματικό και ανυπέρβλητο θα έλεγα μυθιστόρημα του Γερμανού νομπελίστα Τόμας Μαν, το Μαγικό Βούνο, την ιστορία του οποίου επιχειρεί να διηγηθεί εκ νέου μέσα από τον δικό της μοναδικό, συγγραφικό τρόπο. Τολμηρό εγχείρημα, ομολογουμένως! Δεν ξέρω αν πέτυχε πλήρως, ή αν είναι απαραίτητο να τα συγκρίνουμε. Δεν ξέρω αν η σύγκριση αυτή είναι δίκαιη για την Tokarczuk και το νέο της μυθιστόρημα. Είναι σίγουρα όμως αναπόφευκτη, κι αυτό γιατί τοποθετεί την ιστορία της την ίδια εποχή που διαδραματίζεται και το Μαγικό Βουνό του Μαν και ακολουθεί τους ίδιους περίπου άξονες τόσο όσον αφορά την εξέλιξη της πλοκής, όσο και στις θεματικές που θίγει μέσα από τους φυματικούς ήρωες της. Αυτό που βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρον στο Μαγικό Βουνό και ίσως να ήθελα να το δω πιο έντονα και μέσα στο βιβλίο της Olga Tokarzcuk είναι η ερμηνεία της ασθένειας, οι ποικίλες εκφάνσεις της και οι διαφορετικοί, πολιτισμικοί τρόποι με τους οποίους αντιμετωπίζεται σε κοσμικό επίπεδο. Στην αναπόδραστη αυτή σύγκριση λοιπόν, τη νίκη αδιαμφισβήτητα παίρνει το Μαγικό Βουνό και ο Τόμας Μαν. Ιδανικά, θα ήθελα η Tokarzcuk να τοποθετεί τη δική της ιστορία σε μία πιο σύγχρονη εποχή. Ίσως αυτό να είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον και θα οδηγούσε την ανδροπαρέα των φυματικών ασθενών, σε νέα υπαρξιακά μονοπάτια σκέψεων!

Παρόλα αυτά, ας εμείνουμε στην αυταξία του μυθιστορήματος της Πολωνής νομπελίστριας, γιατί ειλικρινά έχουμε να κάνουμε με ένα απολαυστικό μυθιστόρημα, έντονων υπαρξιακών προβληματισμών και μίας επιβλητικής ατμόσφαιρας, όπου το φως παίζει με το σκοτάδι, και τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται! Ανυπέρβλητες και ολοζώντανες οι περιγραφές της Φύσης, το πως αλλάζει από τη μία στιγμή στην άλλη όλο το φυσικό τοπίο που περιβάλει τους ήρωες του βιβλίου, λόγω εναλλαγής τόσο του καιρού, όσο και διαδοχής της ώρας. Είναι αδιαμφισβήτητο το ταλέντο της συγγραφέα σε αυτό! Το δεύτερο μισό του βιβλίου, νομίζω είναι και το πιο δυνατό σημείο του έργου, όχι μόνο γιατί οι φιλοσοφικές συζητήσεις ανάμεσα στους ομοτράπεζους γίνονται πιο έντονες, αλλά και γιατί μία ιδιαίτερα τρυφερή φιλία με ομοερωτικές προεκτάσεις ανάμεσα στον πρωταγωνιστή του βιβλίου, τον Βόινιτς, και έναν νεαρό ασθενή, τον Τίλο έρχεται στο φως, μία φιλία που αποδίδεται τόσο τρυφερά, ανθρώπινα και συγκινητικά, καθώς επίσης και η πλοκή του βιβλίου γίνεται πιο σκοτεινή και αποκτά μεταφυσικές και αινιγματικές προεκτάσεις!

Ολοκληρώνοντας λοιπόν το παρόν κείμενο, το ΕΜΠΟΥΣΙΟΝ της Olga Tokarzcuk είναι ένα απολαυστικό μυθιστόρημα, που αξίζει την αναγνωστική σας προσοχή! Προσωπικά, το έργο της «Τα βιβλία του Ιακώβ» παραμένει μέχρι και σήμερα το αγαπημένο μου και θεωρώ πως είναι ίσως η κορυφαία της συγγραφική στιγμή, όμως και το «Εμπούσιον», που έρχεται λίγα χρόνια μετά τη βράβευση της με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, είναι ένα άξιο και συνεπές ως προς την ταυτότητα της δημιουργού λογοτεχνικό έργο, που έλαβε ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου!  

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Read next