Ένας από τους αναγνωστικούς στόχους, που έθεσα στον εαυτό μου για τη φετινή χρονιά, είναι η ανάγνωση περισσότερων έργων κλασικής λογοτεχνίας. Στην προσπάθεια μου αυτή, θα ήταν αδιανόητο να λείπει ο κλασικός Άγγλος συγγραφέας ΤΟΜΑΣ ΧΑΡΝΤΥ, τον οποίο ανακάλυψα μέσα από τις εκδόσεις Gutenberg και συγκεκριμένα μέσα από τη σειρά ORBIS LITERAE, στην οποία κυκλοφορεί το μυθιστόρημα του «Ο δήμαρχος του Κάστερμπριτζ», σε μετάφραση της Τόνιας Κοβαλένκο. Ήταν ομολογουμένως ένας κεραυνοβόλος αναγνωστικός έρωτας, ένας έρωτας από τις πρώτες κιόλας σελίδες ανάγνωσης.
Έτσι λοιπόν, με αφορμή τον αναγνωστικό μου στόχο, αλλά και το γεγονός πως κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα ελληνικά το μυθιστόρημα του ΜΑΚΡΙΑ ΑΠ’ ΤΟ ΑΓΡΙΕΜΕΝΟ ΠΛΗΘΟΣ, για λογαριασμό των εκδόσεων Καστανιώτη, εξαιρετικά μεταφρασμένο από την Τόνια Κοβαλένκο, ο Τόμας Χάρντυ «έπεσε» ξανά στα χέρια μου!
Το ΜΑΚΡΙΑ ΑΠ’ ΤΟ ΑΓΡΙΕΜΕΝΟ ΠΛΗΘΟΣ είναι το τρίτο κατά σειρά μυθιστόρημα του Τόμας Χάρντυ, το οποίο κυκλοφόρησε το 1874 σε συνέχειες από το βικτωριανό περιοδικό «Cornhill», κάτι το οποίο γίνεται εύκολα αντιληπτό από έναν παρατηρητικό αναγνώστη, αφού τα κεφάλαια που απαρτίζουν το παρόν μυθιστόρημα, έχουν δομηθεί με τρόπο που εξυπηρετούσαν τη μηνιαία δημοσίευση τους στο λογοτεχνικό αυτό περιοδικό, αφού σε όλα εντοπίζει κανείς κορύφωση πλοκής και συναισθήματος, ενώ οι τίτλοι που έχει επιλέξει γι’ αυτά ο συγγραφέας είναι αμιγώς επεξηγηματικοί της πλοκής.
Το ΜΑΚΡΙΑ ΑΠ’ ΤΟ ΑΓΡΙΕΜΕΝΟ ΠΛΗΘΟΣ είναι ένα ηθογραφικό μυθιστόρημα, άλλωστε ο Τόμας Χάρντυ υπήρξε κύριος εκπρόσωπος του συγκεκριμένου είδους, το οποίο τοποθετείται στην αγγλική εξοχή και συγκεκριμένα στη νοτιοανατολική Αγγλία, στην αγροτική περιοχή Ουέσεξ, περιοχή που αποτελεί γέννημα της φαντασίας του Άγγλου συγγραφέα. Εκεί, ο αναγνώστης συναντά την κεντρική μυθιστορηματική ηρωίδα του Τόμας Χάρντυ, την Μπαθσίμπα Έβερντιν, το βιβλικό όνομα της οποίας, σε συνδυασμό με το έντονο θεολογικό στοιχείο που διατρέχει ολόκληρο το βιβλίο καταδεικνύουν τη στενή σχέση του Τόμας Χάρντυ με αυτό.
Καθώς και τρεις βασικούς άνδρες πρωταγωνιστές, οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από την Μπαθσίμπα, όπως οι πλανήτες γύρω από τον ήλιο, σε μία προσπάθεια να διεκδικήσουν και να κερδίσουν την καρδιά της νεαρής γυναίκας. Ο Γκάμπριελ Όουκ, όπου στο παρελθόν, για πολύ μικρό χρονικό διάστημα υπήρξε κτηματίας, ο οποίος ύστερα από ένα ολέθριο παιχνίδι της τύχης, βρίσκεται ξαφνικά να αναζητά δουλειά ως βοσκός. Ο Μπόλντγουντ, ένας μεσήλικας κτηματίας, καθώς και ο νεαρός λοχίας Τρόι.
Τρεις εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους άνδρες πρωταγωνιστές αγωνίζονται για να κερδίσουν την προσοχή και το ενδιαφέρον της νεαρής γυναίκας κινούμενοι ο καθένας από τα δικά του εντελώς προσωπικά κίνητρα. Από τη μία πλευρά, ο Γκάμπριελ με τη συνετή σκέψη και τη διακριτική παρουσία, ο οποίος αγαπά αληθινά την Μπαθσίμπα, θα σταθεί στο πλευρό της ως ο από μηχανής θεός, που βρίσκει λύση για κάθε δυσκολία που διαταράσσει την ομαλότητα της φάρμας και δυσχεραίνει τη λειτουργία της. Από την άλλη, ένας νεαρός τυχοδιώκτης, ο Τρόι, ορμώμενος από κίνητρα που τρέφουν τον προσωπικό του εγωισμό, χρησιμοποιεί την αδιαμφισβήτητη γοητεία του, για να καταφέρει να παγιδεύσει στα δίχτυα του τη νεαρή γυναίκα. Η ελαφρότητα και η αμετροέπεια που τον διέπουν, καθώς και το παρελθόν του, που βρίσκεται εκεί και τον κυνηγά, όσο κι αν προσπαθεί να το αγνοήσει, θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο, σε όλα όσα πρόκειται να συμβούν.
Και κάπου στη μέση ένας μεσήλικας γαιοκτήμονας, ο Μπόλντγουντ, που μέχρι πρότινος ζούσε παθητικά, έχοντας παραιτηθεί από τη ζωή και τις απολαύσεις της, με την Μπαθσίμπα να ξυπνά μέσα του τον πόθο.
Η Μπαθσίμπα λοιπόν, είναι μία εκρηκτική νεαρή γυναίκα, μία γυναίκα αυθόρμητη, ιδιαίτερα χειραφετημένη για την εποχή της, που αναλαμβάνει να διοικήσει εντελώς μόνη τη φάρμα που κληρονόμησε, ενώ ταυτόχρονα επιλέγει να ζήσει έχοντας ως γνώμονα αποκλειστικά τις προσωπικές της επιθυμίες, αψηφώντας τις κοινωνικές νόρμες και συμβάσεις της εποχής, που σχετίζονταν με τους ρόλους και τη θέση της γυναίκας στην άκρη, παραδομένη πλήρως στις ενορμήσεις της, αλλά και στην τυχαιότητα της ζωής.
Είναι ενδιαφέρον να εστιάσουμε στο γεγονός πως ο Τόμας Χάρντυ τόσο σε αυτό το βιβλίο του, όσο και σε άλλα έργα του, δημιουργεί γυναικείους χαρακτήρες δυναμικούς, που ζουν ελεύθερα και διεκδικούν το δικαίωμα τους στην ευτυχία και ό,τι αυτό περιλαμβάνει, γυναικείους χαρακτήρες που αγαπούν τη ζωή, το διάβασμα, την ιππασία και κατά κάποιον τρόπο πηγαίνουν κόντρα στα πατριαρχικά πρότυπα της εποχής, παρότι δεν την αποτινάσουν εντελώς από πάνω τους, κάτι το οποίο γίνεται αντιληπτό και στη συγκεκριμένη ηρωίδα, γεγονός απόλυτα κατανοητό αν αναλογιστούμε τόσο την εποχή και τις προσλαμβάνουσες με τις οποίες γαλουχήθηκε ο συγγραφέας, όσο και το φύλο του, το οποίο κατά κάποιον τρόπο καθυποτάσει την ελευθερία και την ισότητα με την οποία προσπαθεί να οικοδομήσει τους γυναικείους χαρακτήρες του.
Πέρα από τους μη παθητικούς γυναικείους χαρακτήρες που εντοπίζει κανείς στο παρόν μυθιστόρημα του Χάρντυ, αυτό που επίσης παρουσιάζει μεγάλο αναγνωστικό ενδιαφέρον είναι η ζωντάνια που διατρέχει το κείμενο, απόλυτα λογικό αφού το στοιχείο της προφορικότητας είναι ιδιαίτερα έντονο, μιας και το κείμενο βρίθει διαλόγων μεταξύ τόσο των βασικών πρωταγωνιστών, όσο και του μεγάλου θιάσου με δευτεραγωνιστές που δημιουργεί ο Χάρντυ, που θα μπορούσαμε να πούμε πως θυμίζει τον χορό που εντοπίζει κανείς στο αρχαίο δράμα, γεγονός που προσδίδει στο κείμενο μία αξιοζήλευτη ροή.
Ο Χάρντυ καταφέρνει και συνθέτει ένα πλήθος δευτεραγωνιστών, που δεν είναι καθόλου χάρτινοι. Υπηρέτες και υπηρέτριες, αγρότες, εργάτες και εργάτριες, χωρικοί, όλοι οι ήρωες του Χάρντυ έχουν τον δικό τους χώρο μέσα στο βιβλίο, τη δική τους προσωπική ιστορία και η παρουσία τους σε εκείνα τα σημεία της πλοκής, που κάνουν την εμφάνιση τους, είναι ιδιαίτερα σημαντική, γιατί εξυπηρετούν το μύθο και τον προχωρούν, ενώ παράλληλα η συμβολή τους στους διαλόγους και στα σημεία εκείνα που ο Χάρντυ επιχειρεί να εμβαθύνει στην ανθρώπινη ψυχή και να ψηλαφήσει εσωτερικά τις αχαρτογράφητες πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης, αναλύοντας τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τους προβληματισμούς, αλλά και τα ηθικά διλήμματα στα οποία οδηγούνται οι ήρωες του, προσφέρει στον Χάρντυ μία πολυφωνική προσέγγιση, που οδηγεί στην αναγωγή της ατομικότητας που διέπει μία προσωπική εμπειρία, σε κάτι το συλλογικό.
Ακόμα, δεν θα μπορούσα να μην αναφέρω στο κείμενο μου την απαράμιλλη και αξιοζήλευτη τεχνική της εικονοποιίας που χαρακτηρίζει τον Τόμας Χάρντυ, ο οποίος όντας μεγάλος λάτρης της Φύσης, αλλά και γνώστης της αγροτικής ζωής και όσων την περικλείουν, καταφέρνει και πλάθει εξαιρετικά εναργείς εικόνες, που εντυπωσιάζουν και κοινωνούν τον θαυμασμό και την αγάπη του συγγραφέα για την Φύση, ενώ ταυτόχρονα αναβιώνουν με περισσή ζωντάνια και πειστικότητα τη δύσκολη και επίπονη καθημερινότητα της αγροτικής ζωής.
Ολοκληρώνοντας, το ΜΑΚΡΙΑ ΑΠ’ ΤΟ ΑΓΡΙΕΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΑΓΡΙΕΜΕΝΟ ΠΛΗΘΟΣ είναι ένα κλασικό ηθογραφικό μυθιστόρημα, που μπορεί να έχει ένα τέλος κάπως γλυκόπικρο, ίσως και λίγο μάταιο, απόλυτα ρεαλιστικό παρόλα αυτά, είναι ένα μυθιστόρημα όμως που διαβάζεται μέχρι και σήμερα με τεράστιο αναγνωστικό ενδιαφέρον, κι αυτό γιατί o Τόμας Χάρντυ προσπάθησε και κατάφερε να προσεγγίσει όσο λίγοι συγγραφείς το ακατανόητο της ανθρώπινης ύπαρξης. Έσκυψε με τρυφερότητα και ενσυναίσθηση πάνω από τους ήρωες του, σε μία προσπάθεια να τους ψυχογραφήσει και να κατανοήσει σε βάθος μέσα από αυτούς την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Είναι σίγουρα ένα μυθιστόρημα που αξίζει την προσοχή σας, αλλά και λίγο από τον αναγνωστικό σας χρόνο και είμαι βέβαιος πως θα σας ανταμείψει!