Ο Ιβάν Τουργκένιεφ υπήρξε μία από τις πιο «ευρωπαϊκές» ρωσικές λογοτεχνικές φωνές του 19ου αιώνα. Το έργο του «Πατέρες και γιοι» αποτελεί το κορυφαίο του λογοτεχνικό έργο, καθώς εισάγει στη ρωσική, αλλά και στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία την έννοια του «νιχιλισμού» και φωτίζει τις αντιφάσεις μιας κοινωνίας που μετασχηματίζεται ριζικά!
Μέσα από τους ήρωές του, ο Τουργκένιεφ αποτυπώνει την αέναη σύγκρουση ανάμεσα στις γενιές, τον αγώνα ανάμεσα στην παράδοση και την πρόοδο, και την ανθρώπινη μοίρα που υπερβαίνει κάθε ιδεολογία. Πρόκειται για την πρώτη μου αναγνωστική επαφή με το έργο του. Το μυθιστόρημα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα, σε μετάφραση της Ελένης Μπακοπούλου.
Βασικός άξονας στο μυθιστόρημα του Τουργκένιεφ είναι η αντιπαράθεση ανάμεσα στους «πατέρες» και στους «γιους». Οι πρώτοι, ο Νικολάι και ο Πάβελ Κιρσάνοφ, υπερασπίζονται τις αξίες της παλιάς αριστοκρατίας, ειδικότερα την αγάπη για την ποίηση, την αίσθηση της τιμής, την προσκόλληση στη γη. Οι δεύτεροι, με εκπροσώπους τους τον Αρκάντι και ιδίως τον Μπαζάροφ, απορρίπτουν κάθε παραδοσιακή αυθεντία και διεκδικούν έναν κόσμο θεμελιωμένο αμιγώς στην επιστήμη και στη λογική. Ωστόσο, η συνεχής αυτή αντιπαράθεση ανάμεσα στις δύο γενιές δεν οδηγεί σε νίκη καμιάς πλευράς. Οι πατέρες φαίνεται να μοιάζουν ξεπερασμένοι, ωστόσο οι γιοι δεν προσφέρουν μία σαφή εναλλακτική. Ο Τουργκένιεφ δείχνει έτσι τη δυσκολία της μεταβατικής στιγμής, όπου καμία γενιά δεν μπορεί να μονοπωλήσει το μέλλον.
Τεράστιο ενδιαφέρον στο μυθιστόρημα του Τουργκένιεφ έχει ένας από τους βασικούς του ήρωες, ο Μπαζάροφ, μέσω του οποίου ο Ρώσος συγγραφέας εισάγει την έννοια του «νιχιλισμού». Ο νιχιλισμός στα μάτια του Μπαζάροφ δεν αναγνωρίζει τίποτε ως «ιερό», όλα υπόκεινται σε αμφισβήτηση, κι όλα πρέπει να αποδεικνύονται με βάση την πράξη. Παρότι ο Μπαζάροφ, δηλώνει νιχιλιστής και ότι η αγάπη δεν είναι παρά ένα βιολογικό φαινόμενο, ερωτεύεται και έρχεται αντιμέτωπος με την ίδια του την αδυναμία! Η σκηνή της εξομολόγησής του αναδεικνύει το κενό του νιχιλισμού, που όσο ριζοσπαστική και να είναι μία θεωρία, δεν μπορεί να καταργήσει τον ανθρώπινο παράγοντα. Την ανθρώπινη ανάγκη για αμοιβαία τρυφερότητα και συναισθηματικό δέσιμο. Ο Μπαζάροφ καταρρέει όχι από την ιδεολογία του, αλλά από το ίδιο του το συναίσθημα, το οποίο αρνιόταν. Έτσι, ο Τουργκένιεφ αναδεικνύει τη δύναμη της αγάπης, η οποία δύναται να κάμψει ακόμα και τα όρια μίας καθαρά υλιστικής και ψυχρής αντίληψης για τη ζωή!
Η οικογένεια επίσης ως θεματική κατέχει τον δικό της σημαντικό χώρο στις σελίδες του μυθιστορήματος του Τουργκένιεφ, κυρίως μέσα από τους Κιρσάνοφ, οι οποίοι επιλέγουν τον δρόμο της σταθερότητας και της συνέχειας στη ζωή, μέσα από γάμους, παιδιά και νέους δεσμούς. Αντίθετα, η οικογένεια του Μπαζάροφ έρχεται αντιμέτωπη με μία σπαρακτική και οριστική απώλεια. Η γενιά τους απειλείται. Παρόλα αυτά, η αγάπη παραμένει μία άσβεστη μνήμη. Μέσα από την παράθεση αυτών των δύο διαφορετικών μεταξύ τους εναλλακτικών, ο Τουργκένιεφ αναδεικνύει τους διαφορετικούς δρόμους, που δύναται να ακολουθήσει η ανθρώπινη μοίρα.
Το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο τοποθετείται η δράση των ηρώων του Τουργκένιεφ είναι η Ρωσία των μεταρρυθμίσεων, η Ρωσία λίγο μετά την απελευθέρωση των δουλοπάροικων. Μία εποχή όπου ολόκληρη η κοινωνία ταλαντεύεται ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον. Η αναπόφευκτη αυτή σύγκρουση ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα, ανάμεσα στο παλιό, αλλά και το καινούριο, καθρεφτίζεται μέσα από τους ήρωες του Τουργκένιεφ. Από τη μία έχουμε τον Πάβελ Κιρσάνοφ, ο οποίος ενσαρκώνει το χθες, μία εποχή που αργοσβήνει, κι από την άλλη τον Μπαζάροφ, που μέσω της ριζοσπαστικής του στάσης απέναντι στη ζωή, αμφισβητεί καθετί που κληρονόμησε από τις προηγούμενες γενιές, χωρίς ωστόσο να έχει ένα σαφές όραμα. Ο Αρκάντι απεναντίας μέσω της επιλογή του να χτίσει μία οικογένεια, θα λέγαμε πως αντιπροσωπεύει κάτι το ενδιάμεσο, αντιπροσωπεύει την προσαρμογή ανάμεσα στο παλιό και το νέο.
Η κορύφωση στο μυθιστόρημα του Τουργκένιεφ έρχεται μέσω ενός θανάτου. Ένας θάνατός του δεν έχει τίποτε το ηρωικό, κι όμως συγκλονίζει, γιατί δείχνει την ανθρώπινη ευθραυστότητα. Το μόνο που απομένει τελικά είναι η αγάπη, αλλά και η φύση που συνεχίζει να ανθίζει αδιάφορη για τις ανθρώπινες συγκρούσεις. Ο Τουργκένιεφ έτσι επισημαίνει ότι καμία ιδεολογία δεν μπορεί να καταργήσει τον θάνατο, το μόνο αντίβαρο είναι η μνήμη, η ανθρώπινη τρυφερότητα, η συνέχεια της ζωής.
Ολοκληρώνοντας, το μυθιστόρημα «Πατέρες και γιοι» είναι έργο σταθμός γιατί συνδυάζει τη φιλοσοφική οξυδέρκεια με την ψυχολογική λεπτότητα. Ο νιχιλισμός παρουσιάζεται όχι μόνο ως ιστορικό φαινόμενο, αλλά και ως υπαρξιακό αδιέξοδο. Οι πέντε βασικοί άξονες η σύγκρουση γενεών, τα όρια του νιχιλισμού μπροστά στην αγάπη, η οικογένεια ως δύναμη συνέχειας, η Ρωσία σε μετάβαση, και η αναπόδραστη πραγματικότητα του θανάτου, συνθέτουν ένα μωσαϊκό που υπερβαίνει τον χρόνο του. Ο Τουργκένιεφ δεν προσφέρει έτοιμες απαντήσεις στα υπαρξιακά ερωτήματα, που γεννιούνται μέσα από την ανάγνωση του βιβλίου του. Δείχνει όμως ότι η ζωή συνεχίζει να κυλά και μαζί της ο αέναος διάλογος ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.

