Το ΣΗΚΩ ΑΠΟ ΠΑΝΩ ΜΟΥ αποτελεί το ντεμπούτο της Λίνας Βαρότση στο χώρο της λογοτεχνίας. Κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Αφορμή για να το διαβάσω, στάθηκε το γεγονός πως η συγγραφέας βρέθηκε ένα σαββατιάτικό απόγευμα στην πόλη της Λάρισας, για να το παρουσιάσει. Πρόκειται για ένα αμιγώς κοινωνικό μυθιστόρημα, που εξετάζει μία πληθώρα διαχρονικών ζητημάτων, τα οποία θα αναπτύξω παρακάτω. Το βιβλίο της κυρίας Βαρότση με εξέπληξε ευχάριστα, αφήνοντας μου τις καλύτερες εντυπώσεις. Διαβάζοντας το, δεν πίστευα πως έχουμε να κάνουμε με το έργο μίας πρωτοεμφανιζόμενης δημιουργού, τουλάχιστον εκδοτικά, ενώ κλείνοντας το, μου καλλιέργησε μεγάλες προσδοκίες για τη συγγραφική πορεία της κυρίας Βαρότση, που προμηνύεται ευοίωνη!
Ας αφήσω στην άκρη όμως τους προλόγους και τις εισαγωγές, κι ας περάσω απευθείας στην υπόθεση του βιβλίου. Με φόντο τις γειτονιές της Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα της Άνω Πόλης, η συγγραφέας μας συστήνει μία πολυμελή οικογένεια, την οικογένεια της Βέτας και του Αμερικανού συζύγου της, του Νόρμαν, η οποία αποτελείται από 4 παιδιά, τον πρωτότοκο Βίκτωρα, την Άντζελα και τα δίδυμα Νίνα και Χρίστο. Ο συγγραφικός φακός της κυρίας Βαρότση εστιάζει στη μικρή κόρη της οικογένειας, τη Νίνα. Γινόμαστε λοιπόν κοινωνοί της καθημερινότητας της.
Η Νίνα είναι ένα κορίτσι στο κατώφλι της εφηβείας, που προσπαθεί να ανακαλύψει τον εαυτό της και να βρει τη θέση της στον κόσμο. Σε έναν κόσμο βαθιά συντηρητικό και αμιγώς πατριαρχικό στον πυρήνα του, σε μία εποχή όπου οι ρόλοι του παιχνιδιού είναι εξ’ αρχής μοιρασμένοι, η Νίνα παλεύει να χωρέσει τον ατίθασο και ασυμβίβαστο χαρακτήρα της στα καλούπια της εποχής. Έλα όμως που δεν χωράει με τίποτα σε αυτά! Έτσι, την βλέπουμε να προσκολλάται στο δίδυμο αδερφό της, στον Χρίστο, ο οποίος γίνεται το κέντρο της. Εκείνος ο πλανήτης κι η Νίνα ο δορυφόρος, που περιστρέφεται γύρω του. Το κορίτσι αυτό με τον εκρηκτικό χαρακτήρα και την άγρια συμπεριφορά, αλωνίζει τους δρόμους και τις γειτονιές της Θεσσαλονίκης ολημερίς, αποξενωμένο τόσο από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας της, τα οποία από ότι φαίνεται αδυνατούν να την καταλάβουν, όσο και από τους συνομήλικούς της, βρίσκεται σε μία διαρκή κίνηση, προσπαθώντας να ησυχάσει το χάος που κρύβει μέσα της, και ταυτόχρονα να διατηρήσει στραμμένη την προσοχή του αγαπημένου, δίδυμου αδερφού της, επάνω της!
Μία τραγική απώλεια ωστόσο θα φέρει ξαφνικές αλλαγές στη ζωή της οικογένειας της, η οποία θα βρεθεί από τη μία μέρα στην άλλη, στην Αμερική και συγκεκριμένα στη Νέα Υόρκη, όπου η Νίνα για ακόμα μία φορά θα κληθεί να εναρμονιστεί με το νέο αυτό περιβάλλον, να βρει τα πατήματα και τις ισορροπίες της, σε ένα εντελώς άγνωστο και αμιγώς διαφορετικό σε σχέση με την Ελλάδα περιβάλλον, καθώς και να συνεχίσει τον προσωπικό της αγώνα να ανακαλύψει και να συμφιλιωθεί με τον πραγματικό της εαυτό. Εμπόδιο στον προσωπικό αυτό αγώνα της Νίνας, θα σταθεί μία δεύτερη απώλεια, η οποία θα τη σημαδέψει ανεξίτηλα, διαδραματίζοντας καθοριστικό ρόλο στην πορεία που θα λάβει η ζωή της. Η Νίνα εντελώς μόνη πια, βουλιάζει όλο και πιο βαθιά στο σκοτάδι και τη μοναξιά. Αναζητά απελπισμένα λίγη αγάπη, λίγη προσοχή, λίγη φροντίδα. Η οικογένεια της αδυνατεί να αφουγκραστεί αυτή της την ανάγκη, κι έτσι η Νίνα θα αναζητήσει την αγάπη και την προσοχή, που χρειάζεται για να σβήσει την υπαρξιακή της δίψα και να καλύψει το εσωτερικό της κενό, μέσα από τη σύναψη μίας προβληματικής ερωτικής σχέσης, η οποία θα έχει ολέθριες συνέπειες για την ίδια…
Θα καταφέρει άραγε η Νίνα να επιβιώσει;
Θα καταφέρει να σπάσει τα δεσμά της φυλακής της;
Θα καταφέρει να αναδυθεί επιτέλους στο φως, ή θα συνεχίζει να βουλιάζει στο σκοτάδι;
Το πρώτο μυθιστόρημα της κυρίας Βαρότση είναι ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης. Ένα αμιγώς κοινωνικό μυθιστόρημα, μέσα από τις σελίδες του οποίου η συγγραφέας με αφοπλιστική ειλικρίνεια διατρέχει τις τελευταίες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, επιχειρώντας να ρίξει φως τόσο στα έμφυλα ζητήματα, τα οποία δυστυχώς μέχρι και σήμερα δεν έχουν επιλυθεί και μας απασχολούν έντονα τα τελευταία χρόνια, ειδικά λόγω των σοκαριστικών γυναικοκτονιών, που έρχονται στο προσκήνιο και μονοπωλούν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, όσο και στις παθογένειες του αγιοποιημένου θεσμού της ελληνικής οικογένειας. Παράλληλα, η συγγραφέας μέσα από την ιστορία της ηρωίδας της αναφέρεται εκτεταμένα και στο φαινόμενο της βίας και της κακοποίησης, προσεγγίζοντας το μέσα από τις ποικίλες και διαφορετικές μεταξύ τους εκφάνσεις του.
Ειδικότερα, η συγγραφέας αναδεικνύει τις δυσκολίες που καλείται να υπερκεράσει μία γυναίκα, τόσο στην παιδική και εφηβική, όσο και στην ενήλικη ζωή της, όταν αυτή δεν χωρά στα στενά πατριαρχικά καλούπια μίας θρησκόληπτης και συντηρητικής κοινωνίας, μίας κοινωνίας φαινομενικά προοδευτικής, καμωμένης από άντρες αποκλειστικά για άντρες, που δεν συγχωρεί το διαφορετικό και αποβάλει από τους κόλπους της καθετί που φαντάζει ξένο και απειλεί την ομοιόσταση της. Η Νίνα είναι ένα κορίτσι που παλεύει να συμφιλιωθεί με τον εαυτό της, να τον κατανοήσει και να τον αγαπήσει. Σε αυτό της τον αγώνα ωστόσο, έρχεται αντιμέτωπη με ένα πλήθος απροσπέλαστων εμποδίων, τα οποία δυσκολεύουν το εσωτερικό της αυτό ταξίδι. Κι αυτό συμβαίνει γιατί, η Νίνα δεν ενσαρκώνει το «κλασικό» πρότυπο κοριτσιού και ύστερα γυναίκας, δεν αποζητά τους συγκεκριμένους, κοινωνικούς ρόλους της γυναίκας, όπως αυτοί έχουν προκύψει με το πέρασμα των χρόνων. Το μόνο που αναζητά είναι ανθρώπους να αγαπήσει και να την αγαπήσουν χωρίς όρους και προϋποθέσεις, αποκλειστικά για αυτό που πραγματικά είναι και όχι γι’ αυτό που η κοινωνία θα ήθελε να είναι.
Η ανάγκη της αυτή, σε συνδυασμό με τα διαχρονικά έμφυλα ζητήματα με τα οποία έρχεται σε σύγκρουση, ίσως είναι η βασική αιτία που θα την οδηγήσει σε επιλογές με ολέθριες συνέπειες τόσο για τη ψυχική, όσο και για τη σωματική της υγεία. Η Νίνα διψά για λίγη προσοχή, για λίγη φροντίδα και αγάπη. Και όταν αυτά έρχονται στη ζωή της, έστω και σε πενιχρή ποσότητα, έστω και με τρόπο λανθασμένο, εκείνη μένει σε σχέσεις προβληματικές και κακοποιητικές, υπομένοντας κάθε συμπεριφορά, αρκεί που την «αγαπούν». Εισέρχεται σε έναν κύκλο ατέρμονης ψυχολογικής και σωματικής βίας, στον οποίο και εγκλωβίζεται.
Σε αυτές τις προσωπικές της επιλογές ίσως να φέρει μερίδιο ευθύνης και η οικογένεια της. Η Νίνα μεγαλώνει ως μέλος μία πολυπληθούς οικογένειας, με γονείς που δεν καταφέρνουν να επικοινωνήσουν ουσιαστικά με τα παιδιά τους, να σταθούν στο πλευρό τους και να αφουγκραστούν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους, τους φόβους και τα όνειρα τους. Σε ένα οικογενειακό περιβάλλον όπου η εξοικείωση με τη βία ήταν ένα σύνηθες γεγονός, καθώς χρησιμοποιούνταν ειδικά την εποχή εκείνη ως μέσο διαπαιδαγώγησης και σωφρονισμού, πολλές φορές με τη μορφή «αθώων» χαστουκιών. Παράλληλα, η οικογένεια αποτελεί την πρώτη κοινωνική ομάδα όπου εντάσσεται ο άνθρωπος, κοινωνικοποιείται και μαθαίνει να συνυπάρχει με άλλους ανθρώπους. Η οικογένεια αποτελεί μία μικρογραφία της κοινωνίας, επόμενο είναι λοιπόν όλες οι παθογένειες που εντοπίζονται σε αυτή, να μεταφέρονται στους οικογενειακούς κόλπους από τα μέλη της, να δημιουργούνται φυσικά και άλλες, με αποτέλεσμα το σύστημα της οικογένειας να δυσλειτουργεί και να επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα στα μέλη της και φυσικά αυτά να διαιωνίζονται, διότι όλο αυτό είναι μία φαύλη, κυκλική κατάσταση. Η Λίνα Βαρότση δεν ωραιοποιεί πρόσωπα και καταστάσεις, αλλά με μία νατουραλιστική διάθεση ρίχνει άπλετο φως ακόμα και στις πιο σκοτεινές πτυχές του θεσμού της οικογένειας.
Ολοκληρώνοντας το παρόν κείμενο, θα ήθελα να ξαναπώ ότι το ΣΗΚΩ ΑΠΟ ΠΑΝΩ ΜΟΥ της Λίνας Βαρότση που εξέπληξε ευχάριστα! Παρότι ιδιαίτερα σκληρό και σκοτεινό σε σημεία, η συγγραφέας κατάφερε να εμφυσήσει κάποια ψήγματα ελπίδας, που αρκούν για να οδηγηθεί κανείς στο φως! Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα το οποίο σίγουρα θα θυμάμαι για καιρό, γι’ αυτό και σας προτείνω να το αναζητήσετε!