Κακή Συνήθεια της Alana S. Portero

« […] Η άβυσσος όμως που είχε ανοίξει ανάμεσα στον κόσμο και σ’ εμένα ήταν αγεφύρωτη. Δεν ήμουν παρά άλλη μία πικραμένη αδερφή, άλλη μια τρανσέξουαλ ηττημένη πολύ νωρίς, άλλη μία τραγική τραβεστί, άλλη μία ασήμαντη περίπτωση που κανείς δεν ήθελε ή δεν ήξερε να βοηθήσει. Κρέας για τις γραμμές του μετρό.»

Όλα ξεκινούν σε μία φτωχογειτονιά του Σαν Μπλας της Μαδρίτης, τη δεκαετία του 1980. Σε μία γειτονιά όπου τα ναρκωτικά, ο αγοραίος έρωτας, η φτώχια, οι αρρώστιες, ο θάνατος και η εξαθλίωση της ανθρώπινης ύπαρξης αποτελούν αναπόσπαστα κομμάτια της καθημερινότητας των κατοίκων της. Εκεί ο αναγνώστης θα συναντήσει την έφηβη μυθιστορηματική ηρωίδα που πλάθει η Αλάνα Σ. Πορτέρο, το όνομα της οποίας δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου στις σελίδες του βιβλίου, πάρα μόνο μία φορά, δημιουργώντας την εντύπωση της ανωνυμίας.

Εκεί σε ένα φτωχικό, ισόγειο διαμέρισμα κατοικεί η ηρωίδα της Πορτέρο μαζί με τους γονείς της και τον αδερφό της. Μία οικογένεια της εργατικής τάξης που αγωνίζεται διαρκώς για την επιβίωση της. Σε αυτό το περιβάλλον λοιπόν καλείται να μεγαλώσει η ηρωίδα της Πορτέρο, ακολουθώντας την αναπόδραστη μοίρα των παιδιών μίας φτωχής οικογένειας, μίας οικογένειας διαποτισμένης από τα πατριαρχικά πρότυπα και στερεότυπα της εποχής εκείνης, τα οποία την πλακώνουν, την κάνουν να ασφυκτιά.

Η ηρωίδα της Πορτέρο γεννήθηκε εγκλωβισμένη σε σώμα αγοριού. Μεγαλώνει σαν αγόρι. Συμπεριφέρεται σαν αγόρι. Την αντιμετωπίζουν σαν αγόρι. Δεν πρέπει να κλαίει, να λυγίζει, να δείχνει τρυφερή ή ευαίσθητη. Αλλά αντίθετα πρέπει να φαίνεται σκληρή και δυνατή. Να παίζει ποδόσφαιρο. Να ρίχνει ξύλο. Να κυνηγά «γκομενίτσες». Η απόκλιση από τη στερεοτυπική αυτή αρρενωπότητα δεν συγχωρείται. Δημιουργεί ερωτηματικά και αντιμετωπίζεται με καχυποψία.

Η ηρωίδα της Πορτέρο φυλακίζει μέσα της την θηλυκότητα της. Την κλείνει στο ντουλάπι. Την απελευθερώνει μονάχα όταν βρίσκεται κλειδωμένη είτε στο δωμάτιο της, όπου αφήνει ελεύθερη τη θηλυκή ψυχή της να χορέψει, ακούγοντας Μαντόνα, Έλτον Τζόουν, Φρέντι Μέρκιουρι, είτε στο μπάνιο του σπιτιού, όπου βάφει στα κρυφά το πρόσωπο της.

Η ηρωίδα της Πορτέρο αυτοτιμωρείται. Προσπαθεί να ζει στη σκιά και να περνά απαρατήρητη. Να μην τραβά επάνω της την προσοχή της οικογένειας της, αλλά και των γειτόνων της. Ακολουθεί όπως και όσο μπορεί τις συνήθειες ενός αγοριού. Μόνο που είναι έφηβη! Μόνο που το σώμα και η ψυχή της διψούν για αγάπη, για έρωτα, για ελευθερία! Κοχλάζει μέσα της η ανάγκη και η επιθυμία να είναι ποθητή. Και τελικά παραδίδεται. Δειλά-δειλά ξεκινά να ζει έστω και για λίγο, έστω και για κάποιες στιγμές, έστω και στα κρυφά!

Η ηρωίδα της Πορτέρο ζει στο περιθώριο. Εκεί στα σκοτεινά συναντά φασματικές, περιθωριοποιημένες γυναίκες. Τις παρατηρεί προσεκτικά. Τις θαυμάζει για το θάρρος των επιλογών τους. Τις κατανοεί, τις συμπονεί, τις συναισθάνεται! Θέλει να τους μοιάσει! Μπορεί όμως; Μπορεί να ξεκλειδώσει την ξέχειλη θηλυκότητα της; Μπορεί να αφεθεί ελεύθερη, πληρώνοντας κάθε κόστος; Η ηρωίδα της Πορτέρο μοιάζει με ένα μουσικό όργανο, που προσπαθεί να συντονιστεί με τον ρυθμό μίας ξεκούρδιστης ορχήστρας. Ξέρει πως μόνο τότε, μόνο με αυτόν τον τρόπο θα καταφέρει να γίνει αποδεχτή από τον περίγυρο της. Αξίζει όμως να θυσιάσει την ελευθερία της, για την αποδοχή; Τα ερωτήματα αυτά τριγυρνούν διαρκώς στο μυαλό της νεαρής και εγκλωβισμένης ηρωίδας, που φυλακισμένη στα κοινωνικά πρότυπα της εποχής, τελικά αφήνεται και ζει δύο παράλληλες ζωές.

Οι μέρες και τα χρόνια περνούν. Οι γυναίκες που τόσο αγάπησε και θαύμασε αρχίζουν σταδιακά και φεύγουν. Χάνονται. Αμετάκλητη η φθορά και ο θάνατος. Γίνονται όλες μία γλυκόπικρη, πολύτιμη ανάμνηση, όπως εκείνη του πρώτου της ολοκληρωμένου έρωτα, που θα φυλά παντοτινά μες στην καρδιά της. Και τότε είναι που έρχεται η συνειδητοποίηση, η αυτό-αποδοχή, η ελευθερία και για πρώτη φορά αγκαλιάζει τον πραγματικό της εαυτό! Βάφεται, ντύνεται, φορά τα ψηλοτάκουνα παπούτσια της και βγαίνει χωρίς φόβο, γεμάτη περηφάνια στους δρόμους της φτωχογειτονιάς της!

Η «Κακή Συνήθεια» της Αλάνα Σ. Πορτέρο, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση της κυρίας Μαρίας Παλαιόλογου είναι ένα αμιγώς κουήρ μυθιστόρημα, στο επίκεντρο του οποίου βρίσκεται η τρανς ορατότητα. Η Πορτέρο με μία αφοπλιστικά ειλικρινή πρωτοπρόσωπη αφήγηση, που σε στιγμές γίνεται τόσο γοητευτικά μελοδραματική, όσο δηλαδή ταιριάζει και στην πληθωρική προσωπικότητα της ηρωίδας, που δημιουργεί η συγγραφέας, μας υπενθυμίζει πόσο δύσκολο είναι να αγκαλιάσεις πολλές φορές τον ίδιο σου τον εαυτό, να τον αποδεχτείς, να τον κατανοήσεις και τελικά να τον αγαπήσεις γι’ αυτό που πραγματικά είναι, ζώντας σε έναν κόσμο που πολεμά καθετί το διαφορετικό, καθετί που τον ξεβολεύει και τον κάνει να αντικρίζει τις δικιές του προσωπικές αλήθειες!

Η Πορτέρο με μία αφήγηση άλλοτε τρυφερή και εύθραυστη σαν τα φτερά μιας πολύχρωμης πεταλούδας, και άλλοτε ωμή, κυνική και αιχμηρή σαν τη μύτη ενός μαχαιριού, δεν ωραιοποιεί τις καταστάσεις, αλλά αντίθετα ξετυλίγει το νήμα της ιστορίας της με ατόφια ειλικρίνεια, κάνοντας μας κοινωνούς της ζωής ενός τραγικού προσώπου, που από τα παιδικά του χρόνια καλείται να μισήσει τον ίδιο του τον εαυτό, να τον ξεριζώσει από μέσα του και στο κενό που δημιουργείται να τον οικοδομήσει από την αρχή, προσπαθώντας να ακολουθήσει τις νόρμες της αποδεκτής αρρενωπότητας.

Η ηρωίδα της Πορτέρο μας κοινωνεί τη δυσφορία που αισθάνεται με την ψύχη της εγκλωβισμένη στο σώμα ενός αγοριού. Νιώθει και είναι γυναίκα. Και αυτό είναι αδιαπραγμάτευτο. Ερωτεύεται και ποθεί άντρες. Τις αρέσουν τα ψηλοτάκουνα παπούτσια, τα μακριά μαλλιά, το έντονο μακιγιάζ και να χορεύει ακούγοντας ποπ μουσική!  Η ηρωίδα της Πορτέρο είναι μία τρανς γυναίκα, μία γυναίκα που φοβάται. Φοβάται να αγκαλιάσει τη θηλυκή της πλευρά, γιατί ζει σε έναν απάνθρωπα σκληρό κόσμο. Σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο, σε έναν κόσμο αδηφάγο, που για να διατηρήσει την ομοιόσταση της ομοιομορφίας του, εναντιώνεται σε καθετί διαφορετικό, προσπαθώντας να το σκοτώσει με κάθε τρόπο!  

Η ηρωίδα της Πορτέρο έρχεται αντιμέτωπη με την σκληρότητα του κόσμου, με την κακία, με την αγένεια, με τον ενδόμυχο φόβο σε οτιδήποτε διαφορετικό, που γεννά μίσος και σκληρές συμπεριφορές. Τρώει πολλά χαστούκια. Απογοητεύεται. Οι ελπίδες της πεθαίνουν. Αναπόφευκτα κλείνεται στον εαυτό της. Φοβάται. Τρέμει στην ιδέα της ίδιας της την ύπαρξης! Όμως τότε είναι που περνούν από τη ζωή της όλες εκείνες οι τρανς γυναίκες και όλοι εκείνοι οι ομοφυλόφιλοι άνδρες, που δε διστάζουν να αγκαλιάσουν τη φύση τους, να την αποδεχτούν και να την κατανοήσουν. Όλες εκείνες οι ανθρώπινες υπάρξεις, που πηγαίνουν κόντρα στον φόβο τους, γιατί είναι λογικό να φοβάσαι όταν ζεις μέσα σε έναν τόσο εχθρικό κόσμο, που αψηφούν τον οποιοδήποτε κίνδυνο, που πολλές φορές απειλεί τη ζωή τους και σηκώνουν το ανάστημα τους περήφανα, επιβάλλονται και διεκδικούν το αυτονόητο δικαίωμα στη ζωή, στην αγάπη, στον έρωτα και την ελευθερία!

Διαβάζοντας την ΚΑΚΗ ΣΥΝΗΘΕΙΑ της Πορτέρο συγκινήθηκα. Συγκινήθηκα πολύ. Συγκινήθηκα βαθιά. Συγκινήθηκα απόλυτα! Παρά ίσως τα κάποια κλισέ που αφορούν την κουήρ κοινότητα και συνάντησα μέσα στις σελίδες του βιβλίου, η ιστορία της Πορτέρο και ο τόσο ειλικρινής τρόπος με τον οποίο την προσεγγίζει, δίνοντας τόση προσοχή, τόση φροντίδα και τρυφερότητα σε μία τόσο τραγική ύπαρξη, με άγγιξε στον πυρήνα μου. Η τρανς ηρωίδα της Πορτέρο ήρθε και κούμπωσε απόλυτα μέσα μου. Ταυτίστηκα με την ιστορία της, με τον επίπονο αγώνα της κυρίως για αυτό-αποδοχή.

Συνειδητοποίησα πόσο δύσκολο, πόσο σκληρό, πόσο απάνθρωπο είναι ώρες-ώρες να προσπαθείς να είσαι απλά ο διαφορετικός εαυτός σου, μέσα σε έναν κόσμο αδίστακτο, που δε συγχωρεί το διαφορετικό, που το πολεμά μέχρι να το εξαλείψει. Κι όμως εσύ, εγώ, ο οποιοσδήποτε διαφορετικός, μέλος της κουήρ κοινότητας ή όχι, πρέπει να είναι περήφανος για τον εαυτό του, πρέπει να τον αγκαλιάσει σφιχτά και να ζήσει στο εδώ και τώρα, ακολουθώντας τα όνειρα και τις επιθυμίες του, γιατί η ζωή είναι μία και δεν αξίζει να παραμένεις κρυμμένος στο ντουλάπι, γιατί κάποιοι φοβούνται να αντικρίσουν την αλήθεια σου, φοβούνται την αγάπη και την ελευθερία!

Ήμουν κι εγώ εκεί στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου τραγική μου ηρωίδα! Ήμουν κι εγώ εκεί όταν φόρεσες εκείνο το φόρεμα με τα ψηλοτάκουνα παπούτσια, όταν έβαψες τα χείλη σου και χτένισες τα μακριά μαλλιά της περούκας σου. Μαζί βγήκαμε στους φτωχικούς δρόμους της γειτονιάς σου, στο Σαν Μπλας και περπατήσαμε με το κεφάλι ψηλά, πιασμένοι από το χέρι, περήφανοι γι’ αυτό που είμαστε και όχι γι’ αυτό που οι άλλοι θα ήθελαν να είμαστε! Πότε δεν είναι αργά. Το ξέρεις! Έστω κι αν πέρασαν τα χρόνια. Τώρα ξέρω ότι μπορείς και ότι θέλεις να ζήσεις ελεύθερη πια!

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Read next