Ο Ιμπραχίμ αλ Κούνι είναι ένας από τους σημαντικότερους, σύγχρονους, αραβόφωνους συγγραφείς, με διεθνή λογοτεχνική φήμη και αποδοχή. Στα ελληνικά κυκλοφορούν δύο μυθιστορήματά του, μεταφρασμένα από την κυρία Ελένη Καπετανάκη για λογαριασμό των εκδόσεων Καστανιώτη. Αναγνωστικά τον συνάντησα το 2017, όταν η κυρία Καπετανάκη μετέφρασε στη γλώσσα μας, το μυθιστόρημα του «Το χρυσάφι και η κατάρα της ερήμου». Το διάβασα δίχως καμία απολύτως αναγνωστική προσδοκία, κι αυτό γιατί δεν γνώριζα τίποτα απολύτως για τον συγγραφέα, ενώ δεν είχε μεταφραστεί κάποιο άλλο έργο του παλαιότερα. Μαγεύτηκα. Ο τρόπος που ο συγγραφέας μπολιάζει το παρόν με το παρελθόν, τους σύγχρονους προβληματισμούς του ανθρώπου με τους θρύλους, τις παραδόσεις και τις συνήθειες των ανθρώπων της ερήμου, ας μην ξεχνάμε πως κι ο ίδιος ο συγγραφέας ανήκει στον νομαδικό λαό των «Τουαρέγκ», που συναντάται κυρίως στην κεντρική και νότια Σαχάρα, ενός λαού με τις παραδόσεις και τις συνήθειες του οποίου ανατράφηκε, είναι κάτι που προσωπικά με συναρπάζει!
Πρόσφατα λοιπόν, βγήκε στα ελληνικά το μυθιστόρημα του «Το αίμα της πέτρας», το οποίο είχε πρωτοκυκλοφορήσει στα αραβικά το 1990. Πρόκειται για ένα σύντομο μυθιστόρημα, μόλις 197 σελίδων, που καταφέρνει μέσα στις λίγες του σελίδες, να χωρέσει την μαγεία ενός ολόκληρου κόσμου, ενός μυστηριώδους πολιτισμού, που γοητεύει! Μέσα από το μυθιστόρημα του, ο Αλ Κούνι σε φέρνει σε επαφή με έναν κόσμο αλλιώτικο, έναν κόσμο γοητευτικό, όπου η Φύση κατέχει τη θέση που της αξίζει. Έναν κόσμο όπου έρχεται από το χθες για να συναντήσει το σήμερα, και να μας υπενθυμίσει τη διαχρονικότητα των υπαρξιακών ζητημάτων, που απασχολούν τον άνθρωπο από την αφετηρία του!
Πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι ο Ασούφ, ένας νεαρός Βεδουίνος, γιος αιγοβοσκού, που έχει αναλάβει ύστερα από τον θάνατο του πατέρα του, να βόσκει το κοπάδι με τις κατσίκες, να προσέχει τις καμήλες τους, καθώς και να φροντίζει για την επιβίωση της μητέρας του. Ο Ασούφ ζει σαν ερημίτης. Αποσυρμένος, μακριά από καταυλισμούς ανθρώπων, χωριά και καραβάνια, εντελώς μόνος του. Ή σχεδόν μόνος του, καθώς ανάμεσα στους κακοτράχαλους βράχους και τις σπηλιές της ερήμου, βρίσκεται συντροφιά με το κοπάδι του, συντροφιά με τη Φύση και τα άγρια ζώα της, καθώς και με τα θρυλικά πλάσματα της ερήμου, τα τζίνι και τα αγρινά.
Το αγρινό αποτελεί ένα είδος άγριου προβάτου, πρόγονος των σημερινών εξημερωμένων προβάτων, είδος προς εξαφάνιση, το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τους θρύλους της ερήμου και αντιμετωπίζεται ως κάτι το ιερό! Έτσι, ο νεαρός ήρωας του συγγραφέα παρότι συναντά σχεδόν καθημερινά το αγρινό, δεν το κυνηγά, δεν το σκοτώνει, δεν τρέφεται με το κρέας του. Γενικότερα επιβιώνει χωρίς να τρέφεται με κρέας, ακόμα και αν αυτό προέρχεται από το κοπάδι του πατέρα του. Αντίθετα, συμβιώνει με το αγρινό, το θαυμάζει και το προστατεύει. Το σέβεται! Όπως και τα υπόλοιπα ζώα. Άλλωστε, άνθρωποι και ζώα έχουν μία κοινή ψυχή, σύμφωνα με τον τρόπο που τον ανέθρεψε ο σουφί πατέρα του.
Η ηρεμία και η ισορροπία που χαρακτηρίζουν την καθημερινότητα του νεαρού βοσκού, διαταράσσονται δύο φόρες μέσα στο βιβλίο. Αρχικά, όταν τον επισκέπτονται κρατικοί υπάλληλοι, με σκοπό να του προσφέρουν τη θέση του φύλακα των ιερών βράχων της περιοχής, οι οποίοι έχουν μετατραπεί σε τουριστικό αξιοθέατο, ενώ ταυτόχρονα έλκουν και την προσοχή ποικίλων επιστημόνων, ο Ασούφ τους αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη ανασφάλεια και συστολή, ενώ τα χάνει όταν του προσφέρουν χρήματα για αυτή τη θέση εργασίας.
Στη συνέχεια, η 2η φορά όπου θα διαταραχθεί η καθημερινότητα του νεαρού βοσκού είναι όταν ένα ζευγάρι διψασμένων για κρέας και αίμα κυνηγών εμφανιστούν με σκοπό να τους βοηθήσει να εντοπίσουν το μυθικό αυτό πλάσμα της ερήμου, το ξακουστό αγρινό, για το οποίο έχουν ακούσει τόσα πολλά!
Αυτά τα δύο γεγονότα αποτελούν τα σημαντικότερα σημεία του μυθιστορήματος αυτού, πάνω στα οποία θεμελιώνονται όλοι οι υπαρξιακοί προβληματισμοί που ξεδιπλώνει με όμορφο τρόπο μέσα από τις σελίδες του μυθιστορήματος του ο Αλ Κούνι. Συγκεκριμένα, μέσα από τη δημιουργία αυτών των δίπολων, που αναπόφευκτα οδηγούν σε σύγκρουση πολιτισμών, σε ρήξη ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα, ανάμεσα στις συνήθεις του παρελθόντος και στον σύγχρονο τρόπο ζωής, ο Ιμπραχίμ αλ Κούνι βρίσκει το έδαφος για να καλλιεργήσει τους προβληματισμούς του σχετικά με τους σύγχρονους ρυθμούς ζωής, τη σκληρότητα και την απανθρωπιά που χαρακτηρίζουν τον σημερινό άνθρωπο, έναν άνθρωπο τεχνοκράτη και τυχοδιώκτη, ο οποίος για να πετύχει τον στόχο του και να ικανοποιήσει τις αδηφάγες επιθυμίες του, δε διστάζει μέχρι και να πληγώσει, να σκοτώσει, να βάψει τα χέρια του με αίμα.
Σε αντίθεση με τον άνθρωπο της Δύσης, που δε διστάζει να γίνει έρμαιο των φιλοδοξιών του και της επικείμενης προόδου και εξέλιξης, αδιαφορώντας για την καταστροφή που δύναται ταυτόχρονα να προκαλέσει ηθελημένα μέσα από τις πράξεις του, έρχεται ο Ασούφ, ο νεαρός Βεδουίνος, ο αιγοβοσκός που ζει εναρμονισμένος πλήρως με το φυσικό περιβάλλον γύρω του, με τα πλάσμα της ερήμου, τα οποία τα αντιμετωπίζει με σεβασμό και τρυφερότητα, με θαυμασμό και γλύκα, δείχνοντας του κάθε τόσο πόσο πολύτιμα είναι!
Το μυθιστόρημα «Το αίμα της πέτρας» του Ιμπραχίμ αλ Κούνι είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται σαν ένα παραμύθι για ενήλικες. Ένα μυθιστόρημα με έντονη οικολογική συνείδηση, που μας υπενθυμίζει πως για να υπάρξει παρόν, αλλά και μέλλον καλούμαστε ως ευσυνείδητοι πολίτες αυτού του κόσμου, να διαφυλάξουμε το παρελθόν μας και να δείξουμε αμέριστο σεβασμό και τρυφερότητα στην ίδια τη Φύση!