Η μνήμη του πάγου της Ιωάννας Μπουραζοπούλου

Αδιαμφισβήτητα το λογοτεχνικό γεγονός του 2023 ήταν η έκδοση του τρίτου και τελευταίου τόμου της τριλογίας «Ο Δράκος της Πρέσπας» της Ιωάννας Μπουραζοπούλου, από τις εκδόσεις Καστανιώτη, με τίτλο «Η μνήμη του πάγου». Με το μυθιστόρημα αυτό, ολοκληρώθηκε η εμβληματική αυτή τριλογία, που ήρθε για να αλλάξει μία για πάντα το εγχώριο λογοτεχνικό γίγνεσθαι.  

Όλα ξεκινούν με την φημολογούμενη άφιξη ενός μυθικού πλάσματος στις λίμνες των Πρεσπών, του επονομαζόμενου ΔΡΑΚΟΥ ΤΗΣ ΠΡΕΣΠΑΣ, η παρουσία του οποίου γίνεται η αρχή για την εμφάνιση έντονων καιρικών φαινομένων, που οδηγούν στην ενοποίηση των δύο λιμνών και στην παντοτινή αλλοίωση της γνώριμης μέχρι πρότινος μορφολογίας κάθε περιοχής, με τα καιρικά φαινόμενα να διαφέρουν σε κάθε όχθη. 

Στον τρίτο τόμο της σειράς, στην μνήμη του πάγου, όπως δηλώνει και άλλωστε και ο τίτλος του βιβλίου, βρισκόμαστε στην αλβανική όχθη των Πρεσπών, όπου επικρατεί ένας ατέρμονος χειμώνας, γεγονός που έχει σαν συνέπεια τα νερά της λίμνης να έχουν καλυφθεί από ένα συμπαγές και απροσπέλαστο στρώμα πάγου, το οποίο αναγεννάται κάθε φορά που κάποιος το καταστρέφει. Ο μόνιμος αυτός χειμώνας έχει επιδράσει δραματικά τόσο στην καθημερινότητα των ντόπιων, όσο και στην τοπική χλωρίδα και πανίδα της περιοχής, όπου φαίνεται να εμφανίζεται και να ευδοκιμεί ένα συγκεκριμένο είδος λυκόψαρου, το οποίο γίνεται το βασικό αγαθό από το οποίο οι κάτοικοι της περιοχής αντλούν την τροφή τους, αλλά και υλικά που χρειάζονται όπως το λίπος και το δέρμα του ψαριού, για την κατασκευή εργαλείων, ρούχων, και άλλων χρήσιμων αντικειμένων, που εξυπηρετούν τις ανάγκες τους. 

Το ανεξήγητο αυτό καιρικό φαινόμενο, καθώς τα απτά αποτελέσματα αυτού έχουν οδηγήσει στη δημιουργία μίας κοινωνίας γυναικών, που έρχονται στην όχθη της λίμνης με σκοπό να μελετήσουν το φαινόμενο αυτό και να βρουν ίσως κάποια εξήγηση. Συγκεκριμένα, οι γυναίκες-δρακολόγοι που εντοπίζονται σε αυτή την πλευρά της λίμνης χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, στις τοξότριες και στις ιέρειες. Οι πρώτες όπως μαρτυρά και το όνομα τους, έρχονται στη λίμνη με σκοπό να εντοπίσουν τον μυθικό δράκο της Πρέσπας και να τον σκοτώσουν. Αντίθετα, οι δεύτερες ταξιδεύουν μέχρι την όχθη της λίμνης και γίνονται μέλος αυτής της ιδιότυπης μικρό-κοινωνίας, με σκοπό να τον συναντήσουν και να έρθουν σε επικοινωνία μαζί του.  

Οι δύο αυτές διαφορετικές κοινωνικές ομάδες που απαρτίζουν τον πληθυσμό της όχθης, όπως γίνεται αντιληπτό έρχονται διαρκώς σε σύγκρουση τόσο μεταξύ τους, όσο και με τους αλλόχθιους δρακολόγους, όπως αποκαλεί η συγγραφέας τους δρακολόγους των άλλων όχθεων. Μέσα λοιπόν σε αυτό το οξυμένο σε εχθρικά συναισθήματα περιβάλλον, ο αναγνώστης θα συναντήσει την βασική ηρωίδα αυτού του τόμου, την Βαλμίρα. Η Βαλμίρα με το σημαδεμένο πρόσωπο είναι ίσως η πιο γνωστή δρακολόγος-τοξότρια, γύρω από το όνομα της έχει αναπτυχθεί ένας θρύλος λόγω της ψυχικής και σωματικής της ρωμαλεότητας. Στο πλευρό της Βαλμίρας, θα βρεθεί η ασκούμενη δρακολόγος Κλάρα, η οποία θα πάρει αυτή την απόφαση ύστερα από τον άδοξο χαμό της ιέρειας μητέρας της, η οποία θα πέσει θύμα του δράκου της Πρέσπας. Σε μία προσπάθεια λοιπόν, να έρθει πιο κοντά στην απούσα από τη ζωή της μητέρα, να την γνωρίσει, να την κατανοήσει και ίσως να δικαιολογήσει κάποιες από τις συνειδητές επιλογές της, η Κλάρα θα ταξιδέψει μέχρι την παγωμένη όχθη της λίμνης, όπου θα κληθεί να αντιμετωπίσει τόσο τις δυσκολίες της καθημερινότητας, όσο και την Βαλμίρα, η οποία αποτελεί ένα δυσεπίλυτο αίνιγμα…  

Η καθημερινή τριβή των δύο γυναικών, καθώς και οι απρόσμενες εξελίξεις και οι αλλαγές που φέρνουν οι νέες αποφάσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας Ανάπτυξης (Π.Τ.Α.), η οποία είναι υπεύθυνη για τον οικονομικό και νομοθετικό έλεγχο και των τριών οχθών, που φυσικά επιδρούν καθοριστικά στη ζωή τους, γίνονται η αφορμή και σπάει ο πάγος ανάμεσα στις δύο γυναίκες, οι οποίες συχνά επιδίδονται σε συζητήσεις που συνοδεύονται πότε από ένταση και διαφωνία και πότε από εξομολογήσεις και συμβουλές.  

Η αποκάλυψη ενός ανομολόγητου μυστικού, το οποίο η Βαλμίρα προσπαθούσε να αποκρύψει τα προηγούμενα χρόνια που υπηρετούσε στην αλβανική όχθη ως τοξότρια-δρακολόγος, θα φέρει την Κλάρα, αλλά και την υπόλοιπη δρακολογική κοινότητα αντιμέτωπη με ένα τρομερό δίλημμα. Το μυστικό αυτό θα φέρει στην επιφάνεια την ευαίσθητη και βαθιά ανθρώπινη πλευρά της Βαλμίρας, ενώ ταυτόχρονα θα αποτελέσει την απαρχή γεφύρωσης του χάσματος ανάμεσα στους δρακολόγους και των τριών οχθών. Θα καταφέρουν άραγε οι Αλλόχθιοι δρακολόγοι να ξεπεράσουν τις διαφορές τους και να συνεργαστούν, ώστε να σώσουν τη ζωή δύο ανθρώπων, στα χνάρια των οποίων βρίσκεται ο Έκτορας Μόζερ, στενός συνεργάτης της Παγκόσμιας Τράπεζας Ανάπτυξης;  

Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου κλείνει με τρόπο συγκλονιστικό τη δυστοπική της τριλογία, συνθέτοντας ένα μυθιστόρημα πολυπρισματικό όσον αφορά την ταυτότητα του. Υπαρξιακοί προβληματισμοί αναφορικά με το διαχρονικό δίπολο του καλού και του κακού, αναφορές στον έρωτα και στην αξία που αποκτά η ζωή, όταν αυτή διέπεται από κάποιον μεγάλο σκοπό, σκέψεις που αφορούν τις γυναίκες και τα δικαιώματα τους, όπως η αυτοδιάθεση του σώματος τους, καθώς και τους κοινωνικούς τους ρόλους σε ένα αμιγώς πατριαρχικό κοινωνικό πλαίσιο, προβληματισμοί που σχετίζονται με τα πολιτικά και οικονομικά παιχνίδια εξουσίας, που πολλές φορές διαδραματίζονται στο παρασκήνιο, ερήμην των πολιτών, αλλά και μία αμιγώς ανθρωπιστική προσέγγιση σε θέματα που θα μπορούσαμε να τα κατατάξουμε στην κατηγορία της διεθνούς πολιτικής, ενώνονται κομμάτι-κομμάτι και συνθέτουν σταδιακά ένα πολυθεματικό μυθιστόρημα, που παρότι θα τα χαρακτηρίζαμε δυστοπικό, διέπεται από μία μεγάλη δόση ελπίδας, αφού με το βαθιά ανθρώπινο και συγκινητικό φινάλε, φινάλε αμφίσημο ως προς την ερμηνεία του, η Ιωάννα Μπουραζοπούλου αφήνει ανοιχτή μία μικρή, αλλά επαρκή χαραμάδα, για να γλιστρήσει το φως της ελπίδας και της αισιοδοξίας. Άλλωστε μία μικρή ποσότητα φωτός, αρκεί για να ραγίσει το απόλυτο σκοτάδι!  

Διαβάζοντας το τρίτο και τελευταίο μέρος της εμβληματικής αυτής τριλογίας ομολογώ πως συγκινήθηκα βαθιά και έκλαψα, ειδικά όταν έφτασα στην τελευταία παράγραφο του βιβλίου, όπου συνειδητοποίησα πως έφτασα στο τέλος αυτής της αναγνωστικής διαδρομής. Έκλαψα γιατί έπρεπε να αποχαιρετήσω ένα λογοτεχνικό σύμπαν, που ανυπομονούσα κάθε φορά, να βουτήξω μέσα του. Έκλαψα γιατί έτσι γίνεται με την καλή λογοτεχνία, με τα μυθιστορήματα αξιώσεων, με εκείνα τα βιβλία που βρίσκουν τον τρόπο, εισχωρούν μέσα σου και φτάνουν στον πυρήνα σου! Δεν ξέρω αν μπορώ ή κι αν θέλω, να πω τελικά «αντίο»… 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Read next